Παρασκευή 29 Μαρτίου 2019

Νέα ήθη στην εκπαίδευση

Του Φραγκίσκου Α. Κουτελιέρη, καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών, πρόεδρο του συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Γυμνάσιου Νέας Χαλκηδόνας και υποψήφιο περιφερειακό σύμβουλο στον Κεντρικό Τομέα Αττικής με τη «Λαϊκή Συσπείρωση» 


Το υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων προχωρά εδώ και περίπου δυο χρόνια στην αποσάθρωση της μέσης, τεχνολογικής και ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας, επιχειρώντας να υλοποιήσει μια σειρά αλλαγών στη βάση των εκπαιδευτικών δομών κάθε επιπέδου και κατεύθυνσης.

Συγκεκριμένα

   - Ξανα-αλλάζει τη λειτουργία του Λυκείου, προσθαφαιρώντας μαθήματα και διδακτικές ώρες, περιορίζοντας σημαντικά τους διαθέσιμους ανθρώπινους και υλικούς πόρους και τροποποιώντας το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με πανελλήνιες εξετάσεις που υπάρχουν καταργούμενες και με τμήματα που είναι και δεν είναι «ελεύθερης πρόσβασης».

   - Καταργεί στο σύνολό της την Τεχνολογική Εκπαίδευση, αφού διαλύει τα ΤΕΙ της χώρας είτε μετονομάζοντάς τα σε «πανεπιστήμια» είτε συνενώνοντάς τα με κάποιο όμορο και πρόθυμο ΑΕΙ.

 -  Υποβαθμίζει τα Πανεπιστήμια της χώρας ιδρύοντας εκατοντάδες (κυριολεκτικώς!) νέα τμήματα αμφιβόλου επιστημονικού πεδίου, ανύπαρκτων επαγγελματικών δυνατοτήτων και δικαιωμάτων αλλά και ιδιαιτέρως περιορισμένων υποδομών, προσωπικού και χρηματικών πόρων.

Έχει πολύ ενδιαφέρον να δει κανείς τις πρακτικές που ακολουθεί το υπουργείο για να υλοποιήσει τα παραπάνω.

Αρχικά, λοιδορεί και πολλές φορές συκοφαντεί τις υφιστάμενες δομές και τους ανθρώπους που τις στελεχώνουν, βάζοντας δημοσιογράφους - παπαγαλάκια να εδραιώσουν στερεότυπες αντιλήψεις στην κοινή γνώμη (π.χ. «τα πανεπιστήμια είναι άντρα ανομίας») ή και παρεμβαίνοντας ο ίδιος ο υπουργός (π.χ. «η ΟΛΜΕ θέλει να προετοιμάζονται οι μαθητές στα φροντιστήρια, όχι στο σχολείο» όπως πρόσφατα δήλωσε ο κ. Γαβρόγλου).

Παράλληλα, το υπουργείο για κάθε αλλαγή που σχεδιάζει, συστήνει μια επιτροπή ανθρώπων της απολύτου επιλογής (άρα και εμπιστοσύνης) του υπουργού. Η επιτροπή αυτή αναλαμβάνει να παρουσιάσει στον υπουργό ένα πόρισμα. Δεν έχουν διευκρινιστεί ποτέ τα κριτήρια επιλογής των ατόμων που απαρτίζουν αυτές τις επιτροπές, η χρονική διάρκειά τους, το κάθε πότε συνεδριάζουν και, εντέλει, το αν έχουν συμβουλευτικό, εισηγητικό ή αποφασιστικό ρόλο. Ποτέ, σε καμία τέτοια επιτροπή δεν εκπροσωπήθηκαν οι εμπλεκόμενοι θεσμικοί φορείς στο σύνολό τους και ποτέ, σε καμία τέτοια επιτροπή δεν υπήρξε έστω και μια αράδα γραπτού κειμένου σε σχέση με όσα (υποτίθεται ότι) συζητήθηκαν.

Καθ’ όλο τον χρόνο ζωής αυτών των επιτροπών, συχνότατα βλέπουν το φως της δημοσιότητας συνεντεύξεις, άρθρα, «ειδήσεις» και απόψεις που προετοιμάζουν κατάλληλα το έδαφος και σφυγμομετρούν πιθανές κοινωνικές αντιδράσεις. Όλα αυτά εμφανίζονται ως προσωπικές θέσεις (ή και ανυπόγραφα πολλές φορές), οι οποίες τάχα προκύπτουν από ένα νυποτιθέμενο συνεχιζόμενο διάλογο χωρίς να γνωρίζουμε μεταξύ ποιων συμβαίνει αυτός.

Παράλληλα, παρεμβαίνουν εξωθεσμικώς μεν, επισήμως δε, διάφοροι τοπικοί βουλευτές, πολιτευτές και άλλες τοπικές αρχές, μέλη του ΣΥΡΙΖΑ ή άλλων πολιτικών δυνάμεων που συνεργάζονται ή φιλοδοξούν να συνεργαστούν μαζί του. Οι θεσμικοί φορείς εξακολουθούν να αγνοούνται...

Μετά από αρκετό διάστημα και σε χρόνο που να βολεύει το υπουργείο, κυκλοφορεί ένα επονομαζόμενο «σχέδιο νόμου» που στην πραγματικότητα είναι μια ατεκμηρίωτη έκθεση ιδεών, προθέσεων και επιθυμιών, η οποία δεν έχει συγκεκριμένη νομική μορφή και δεν δεσμεύει κανέναν, ούτε καν το υπουργείο που την κοινοποιεί. Χαρακτηριστικά, το «νέο Λύκειο» είναι το έβδομο σχέδιο που παρουσιάζει το Υπουργείο την τελευταία διετία και κανένα από τα επτά (ούτε το τελευταίο!) δεν έχει κατατεθεί σε οποιαδήποτε επιτροπή της Βουλής ή έστω στη δημόσια διαβούλευση.

Και στο τέλος, ο κ. Γαβρόγλου καταθέτει ένα νομοσχέδιο κομμένο και ραμμένο στη βάση της ελαχιστοποίησης των εκλογικών απωλειών για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ό,τι θεωρεί ο κ. Γαβρόγλου πως φέρνει ψήφους, συμπεριλαμβάνεται στο νομοσχέδιο, ό,τι είναι επίφοβο, αγνοείται. Και επειδή υπάρχουν οι πρόθυμοι 151, αυτό πάντοτε γίνεται νόμος του κράτους.

Στις διαδικασίες αυτές αγνοούνται παντελώς οι έννοιες του κοινωνικού διαλόγου, των θεσμών, των εμπλεκόμενων φορέων, της διαφάνειας, της τεκμηρίωσης των αναγκών για τις αλλαγές που προτείνονται και αποφασίζονται. Αντιθέτως, το υπουργείο προωθεί, προάγει και χρησιμοποιεί τις έννοιες της αδιαφάνειας, της συναλλαγής κάτω από το τραπέζι, της αγνόησης κάθε κοινωνικής δύναμης και φορέα που πλήττεται ή έστω επηρεάζεται από τις αποφάσεις του υπουργού, της αλαζονικής επίδειξης ισχύος, της ενός ανδρός αρχής.

Πίσω από τον ευτελισμό των θεσμών που επιλέγει ως κυρίαρχη πολιτική πρακτική του το υπουργείο και ο κ. Γαβρόγλου προσωπικά, κρύβεται η βαθιά περιφρόνηση των νέων ανερχόμενων δυνάμεων που υπηρετούν την αστική τάξη (βλ. ΣΥΡΙΖΑ και συνοδοιπόροι) στις κοινωνικές δυνάμεις και τη ζωή την ίδια. Υπηρετώντας με συνέπεια μια βαθιά ταξική πολιτική στην εκπαίδευση και αλλού, δεν αρκούνται στον επανασχεδιασμό των εκπαιδευτικών δομών προς όφελος του κεφαλαίου, αλλά προχωρούν περισσότερο, εμπεδώνοντας στην κοινωνία την αντίληψη της αυταρχικότητας και της περιφρόνησης στους από χρόνια κατακτημένους θεσμούς. Και αυτό μακροπρόθεσμα οδηγεί στο φασισμό...